Ότι η ΠΑΕ Νίκη δεν προσέφερε καμία στήριξη στην ομάδα Κ20, που κράτησε ψηλά το όνομα της ομάδας με τις εμφανίσεις και τα αποτελέσματα που έφερε, τόνισε ο Κώστας Τσιάκος σε συνέντευξη του στο site academania-sports.
Ο πρώην ποδοσφαιριστής της ομάδας Νέων της Νίκης Βόλου, που έχει περάσει και από τους μικρούς του Ολυμπιακού Βόλου, μίλησε στη δημοσιογράφο Μαρία Τσίχλα για όλα όσα έζησε στην ομάδα. Η ενδιαφέρουσα συνέντευξη έχει ως εξής:
Η χρονιά τελείωσε άδοξα για εσάς στη Νίκη Βόλου. Πως αντιδράσατε όταν μάθατε ότι αποχωρείτε από το πρωτάθλημα;
«Μόλις μας είπαν ότι η ομάδα τελείωσε από την Σούπερ Λίγκα μείναμε όλοι με ανοιχτά τα στόματα, δεν το πιστεύαμε ότι αυτή η μεγάλη προσπάθεια τελείωσε έτσι άδοξα. Ήμασταν όλοι η ομάδα σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση».
Πιστεύεις ότι θα μπορούσατε να κυνηγήσετε κάτι καλό, εάν συνεχίζατε;
«Πιστεύω ότι μπορούσαμε να ήμασταν μέσα στην πρώτη 6αδα, με πολλή δουλειά πάντα, γιατί για κάτι παρά πάνω γνωρίζαμε πως ήταν πολύ δύσκολο, καθώς υπήρχαν πολύ μεγάλες ομάδες όπως Ολυμπιακός , Ατρόμητος , Πανιώνιος , ΠΑΟΚ και Ξάνθη. Για εμάς θα ήταν μεγάλη επιτυχία, αν προσπερνούσαμε τέτοιες ομάδες».
Πώς ήταν το κλίμα πριν τελειώσει η ομάδα; Γνωρίζατε τι περίπου θα συμβεί, αλλά έπρεπε να προπονείστε και να αγωνίζεστε κανονικά. Πόσο δύσκολο ήταν αυτό;
«Ήταν παρά πολύ δύσκολο. Δεν υπήρχε το παλιό καλό κλίμα που ήμασταν όλοι χαμογελαστοί. Ξέραμε ότι ήταν οι τελευταίες μας στιγμές ως ομάδα και μας ήταν πολύ δύσκολο».
Έχουμε ακόμα μερικές ημέρες για το τέλος της μεταγραφικής περιόδου. Τι έχεις σκοπό να κάνεις με το δικό σου μέλλον;
«Αυτή τη στιγμή είμαι στην ομάδα της Λάρισας, όπου και θα συνεχίσω την καριέρα μου μέχρι και το καλοκαίρι, από εκεί και πέρα δε γνωρίζω τι θα συμβεί».
Οι άνθρωποι των Ακαδημιών της Νίκης Βόλου τι σας έλεγαν; Σας στήριζαν;
«Δυστυχώς δεν υπήρξε ποτέ καμία στήριξη από την ΠΑΕ, ήμασταν μόνοι μας σε αυτόν το δύσκολο αγώνα»
Μετάνιωσες για την επιλογή σου να πας στη Νίκη Βόλου μετά από όσα έγιναν;
«Δε μετάνιωσα καθόλου. Έζησα από τις ωραιότερες στιγμές της ζωής μου στη Νίκη Βόλου, όπου και βρήκα μια δεύτερη οικογένεια».